Τελευταίες Ειδήσεις

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΙΚΑΛΙΝΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΛΕΞΙΔΑ ΣΤΗΝ ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ.



Επιμέλεια: Ηρακλής Αθ. Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)
Πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Αυτόν τον καιρό, στην ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ έχουμε την τιμή αλλά και τη μεγάλη χαρά να φιλοξενούμε τη συνέντευξη του αγαπητού συμπολίτη μας κ. Ιωάννη Πλεξίδα. Ο φίλος Γιάννης αποτελεί για τον τόπο μας ξεχωριστό κεφάλαιο ανθρώπου των γραμμάτων, ήτοι του φιλοσοφικού και θεολογικού λόγου. Λαμπρές σπουδές, αξιόλογες συνεργασίες και μία συνέχεια στην ασυνέχεια των αντιλήψεων, με λόγο απολύτως ενδιαφέροντα και βαθυστόχαστο. Άνθρωπος με βάθος, υπόσταση με πολλές ενέργειες, πρόσωπο με ενδιαφέρουσες φύσεις. Συζητώντας μαζί του «αναζητούμε την αλήθεια μέσα από στοχασμούς και υποθέσεις» κατά Γρηγόριο Νύσση. Στο ιστορικό του; Συνεργασίες σε βιβλία με τους Γέροντα Περγάμου κ.κ. Ιωάννη Ζηζιούλα, π. Νικόλαο Λουδοβίκο, Χρήστο Γιανναρά κ.ά. Παρατίθεται ένα απόσπασμα από τη συνέντευξη. Ολόκληρη η συνέντευξη δημοσιεύεται ανά τμήματα στο site της ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑΣ, όπου και μπορείτε να την αναζητήσετε.


Ο Ιωάννης Πλεξίδας γεννήθηκε στα Τρίκαλα το 1972. Πραγματοποίησε σπουδές Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Θεολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Είναι κάτοχος ενός μεταπτυχιακού διπλώματος στη Φιλοσοφία, κάτοχος ενός διδακτορικού διπλώματος στη Φιλοσοφική Ανθρωπολογία (Φιλοσοφική Σχολή) και ενός δεύτερου διδακτορικού διπλώματος στη Βυζαντινή Φιλοσοφία (Θεολογική Σχολή). Στα κύρια ερευνητικά του ενδιαφέροντα ανήκουν η βυζαντινή φιλοσοφία, η φιλοσοφική και χριστιανική ανθρωπολογία, η φιλοσοφική ερμηνευτική, η φαινομενολογία και η εγκληματολογία.
Μελέτες του στην ελληνική γλώσσα είναι οι εξής: «Πρόσωπο και φύση. Προβληματισμοί γύρω από την έννοια του προσώπου στη σκέψη του Ιωάννη Δαμασκηνού», εκ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2001, «Ο άνθρωπος ενώπιον του θανάτου», εκδ. Αρμός, 2006, «Η μετασκευή του ανθρώπου», εκδ. Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις, 2007, «Η ανθρωπολογία του κακού. Μία ανάγνωση του Γρηγορίου Νύσσης», εκδ. λογείον, 2013, «Άνθρωπος και Θάνατος. Απόπειρα χριστιανικής ανθρωπολογίας», εκδ. λογείον, 2015, «Γρηγόριος Νύσσης. Λόγοι για τον θάνατο και το πένθος», εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2004, «Λόγοι χριστιανών και εθνικών», εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2004, «Νεμέσιος Εμέσης. Περί φύσεως ανθρώπου», εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2006, «Νικήτας Στηθάτος. Περί Ψυχής», εκδ. Ζήτρος, 2006, «Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο ηγεμών», εκδ. Αρμός, 2007.
Άρθρα του στην ελληνική γλώσσα έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά, Intellectum, Σύναξη, Φιλοσοφείν, Γρηγόριος Παλαμάς, Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Επετηρίδα της Μητροπόλεως Κιτίου, Επιστημονική Επετηρίδα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Επικοινωνία, Αντίφωνο κ.ά. Έχει μεταφράσει και έχει επιμεληθεί βιβλία φιλοσοφικού, θεολογικού και λογοτεχνικού ενδιαφέροντος, ενώ έχει συμμετάσχει σε παγκόσμια και πανελλήνια συνέδρια Φιλοσοφίας, Θεολογίας και Ψυχιατρικής.

Η.Φ.: Ποια η θέση της φιλοσοφίας για τον θάνατο; Σχετίζεται με τη χριστιανική θεώρηση του θανάτου;
Ι. ΠΛΕΞΙΔΑΣ: Αν και δεν υπάρχει μία ενιαία στάση της φιλοσοφίας απέναντι στο μυστήριο του θανάτου, θα έλεγα, επιχειρώντας μία καθολίκευση, ότι η φιλοσοφική σκέψη επιχειρεί μία «οντολογοποίηση» του θανάτου. Η φιλοσοφία, δηλαδή, θέτει στο κέντρο της ζωής τον θάνατο, καθιστά τον θάνατο οντολογική κατηγορία, μία φυσική κανονικότητα και αναγκαιότητα. Η ρήση του Derrida «είμαστε όλοι τεθνεώτες με αναστολή», εμφαίνει ακριβώς τη φιλοσοφική αντίληψη για τον θάνατο που δεν είναι άλλη από την προτεραιότητα του θανάτου έναντι της ζωής.
Στον αντίποδα της άποψης αυτή βρίσκεται η χριστιανική θεώρηση του θανάτου. Για τη χριστιανική εμπειρία ο θάνατος είναι μία τραγωδία, μία καταστροφή. Δεν ανήκει στο «Είναι» της ζωής (Σοφία Σολομώντος, 6,18 και 2,23), δεν είναι δημιούργημα του Θεού. Είναι αφύσικος. Είναι συνέπεια της έκπτωσης του ανθρώπου από τη θεόσδοτη κοινωνία. Είναι τα «οψώνια της αμαρτίας» (Ρωμαίους, 6,23). Παραφράζοντας τον Heidegger, θα έλεγα ότι για τη χριστιανική σκέψη ο άνθρωπος «Είναι προς ζωήν». Δημιουργήθηκε για να υπάρχει, για να ζει. Η ενσάρκωση του θεανθρώπου, η σταυρική Του θυσία και η ανάστασή Του σημαίνουν το τέλος του αναπόφευκτου του θανάτου— «ἀνέστη Χριστός καὶ νεκρὸς οὐδεὶς οὐδείς ἐπί μνήματος. Χριστός γάρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο», διαβάζουμε, μεταξύ άλλων, στον Κατηχητικό λόγο του Ιωάννη του Χρυσοστόμου.
Ο θάνατος, πλέον, αποκτά χαρακτήρα πρόσκαιρο, προσωρινό. Το βασίλειο του θανάτου έχει καταργηθεί. Αυτή είναι η λύτρωση του ανθρώπου. Η απαλλαγή του από τα δεσμά του θανάτου, η απελευθέρωσή του από τη δουλεία της φθοράς (Ρωμαίους, 8,21). Η διαφορετική στάση αντιμετώπισης του θανάτου από τους χριστιανούς εμφαίνεται με τον καλύτερο τρόπο στα Νεκρώσιμα Ιδιόμελα της Νεκρώσιμης Ακολουθίας. Ο υμνωδός θρηνεί και οδύρεται όταν βλέπει το άψυχο σώμα να κείτεται στον τάφο, όταν βλέπει την ωραιότητα του ανθρώπου, που δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού, «ἄμορφον, ἄδοξον, μή ἔχουσαν εἶδος». Ο θάνατος είναι ένα μυστήριο, «Τί τὸ περὶ ἡμᾶς τοῦτο γέγονε μυστήριον; Πῶς παρεδόθημεν τῇ φθορᾷ, καὶ συνεζεύχθημεν τῷ θανάτῳ;» Ο χριστιανός αρνείται, ακόμη και τούτη, την έσχατη ώρα, να συμφιλιωθεί με το συμβάν του θανάτου, «Οἴμοι, οἶον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχή, χωριζομένη ἐκ τοῦ σώματος! Οἴμοι, πόσα δακρύει τότε, καὶ οὐχ ὑπάρχει ὁ ἐλεῶν αὐτήν! Πρὸς τοὺς Ἀγγέλους τὰ ὄμματα ῥέπουσα, ἄπρακτα καθικετεύει· πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τὰς χεῖρας ἐκτείνουσα, οὐκ ἔχει τὸν βοηθοῦντα».
Ο θάνατος για τους χριστιανούς δεν σημαίνεται απλώς και μόνο στη βιολογική εκφορά του. Σημαίνεται, πρωτίστως, στη μη σχέση, στην ακοινωνησία του ανθρώπου με τον δημιουργό του. Ο σωματικός θάνατος προϋποθέτει τον ψυχικό θάνατο [Γρηγόριος Νύσσης, Κατηχητικός Λόγος, P.G. 45, 36B: «… ἐπί τῆς ψυχῆς, τόν τῆς ἀληθοῦς ζωῆς χωρισμόν θάνατον ὀνομάζομεν»], προϋποθέτει τον χωρισμό καί την απομάκρυνση της ψυχής από την πηγή της ζωής, από τον ίδιο τον Θεό[Βασίλειος Καισαρείας, Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός, P.G. 31, 345A: «Ὅσον γάρ ἀφίστατο τῆς ζωῆς, τοσοῦτον προσήγγιζε τῷ θανάτῳ. Ζωή γάρ ὁ Θεός, στέρησις δέ τῆς ζωῆς θάνατος»]. Η ζωή που σημαίνεται στη ρήξη της σχέσης ανθρώπου-Θεού, παύει να είναι ζωή. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν κύκλο θανάτου, που ξεκινά από τη στιγμή της γέννησης και στον οποίο ο βιολογικός θάνατος φαίνεται να αποτελεί μία μικρή, τελευταία λεπτομέρεια. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο θάνατος είναι επιγέννημα της άρνησης του ανθρώπου να συνάψει σχέση με τον δημιουργό του, να υπάρξει μαζί Του σε μία αγαπητική κοινωνία.

Η.Φ.: Γράφετε στο βιβλίο σας «Άνθρωπος και θάνατος» ότι «οι χριστιανοί δεν διακατέχονται από σωματοφοβία και δεν αισθάνονται ντροπή για τη συνθήκη της σωματικότητας τους». Ποια είναι η αντίληψη των χριστιανών για το σώμα;
Ι. ΠΛΕΞΙΔΑΣ: Ο Karl Popperέχει χαρακτηρίσει τη συνύπαρξη του ψυχικού με το σωματικό στη μία ανθρώπινη υπόσταση το δυσκολότερο και βαθύτερο φιλοσοφικό πρόβλημα. Είναι πραγματικά δυσχερές να συλλάβει κανείς την ψυχή και σώμα σαν ένα και το ίδιο πράγμα και συγχρόνως σας δύο διαφορετικά. Για τους χριστιανούς συγγραφείς που βρίσκονταν αντιμέτωποι με τα γνωστικά ρεύματα της εποχής και τα οποία απαξίωναν το σώμα, το πρόβλημα «σώμα» είχε ήδη τεθεί και ζητούσε λύση.
Για τους Πατέρες η ανθρώπινη υπόσταση, το ανθρώπινο πρόσωπο, είναι αποτέλεσμα της αλληλοπεριχώρησης των δύο αυτών ετερόκλητων οντολογικών και φυσικών πραγματικοτήτων, της ψυχής και του σώματος. Η ανθρώπινη ύπαρξη κατανοείται ως ψυχοσωματική ολότητα, ως μία ενιαία υπαρκτική πραγματικότητα. Η παρουσία του ανθρώπου στην ύπαρξη θεμελιώνεται στην ψυχοσωματική αλληλεπίδραση. Η αδιάσπαστη ενότητα της ψυχής με το σώμα συνθέτει τον ενιαίο άνθρωπο. Ψυχή καί σώμα κατανοούνται ισότιμα. Τόσο το σώμα όσο και η ψυχή, είναι κτιστά, δηλαδή δημιουργημένα, με μόνο άκτιστο [αδημιούργητο] τον Θεό, επομένως δεν υπάρχει κάποια αξιολογική διαφοροποίησή τους. Η ισόκυρη θεώρηση ψυχής-σώματος αίρει κάθε μορφή μανιχαϊστικού ή γνωστικού δυαλισμού. Οι χριστιανοί δεν διακατέχονται από σωματοφοβία και δεν ντρέπονται για το σώμα τους, όπως, για παράδειγμα, συνέβαινε με τους πλατωνικούς και νεοπλατωνικούς φιλοσόφους — όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο φιλόσοφος Πορφύριος, Περί τοῦ Πλωτίνου βίου, Plotini Opera, vol. 1, Leiden, Brill, 1951, 1.1-2: «Πλωτῖνος ὁ καθ’ ἡμᾶς γεγονώς φιλόσοφος ἑῴκει μέν αἰσχυνομένῳ ὅτι ἐν σώματι εἴη».
Το σώμα για τους χριστιανούς δεν θεωρείται κακό, επειδή είναι υλικό. Και η ύλη είναι δημιούργημα του Θεού, επομένως δεν είναι κακή, δεν είναι απορριπτέα. Είναι εξαιρετικής προφάνειας η φράση του Δαμασκηνού, Πρός τούς διαβάλλοντας τάς ἁγίας εἰκόνας, Λόγος Α΄, §16.32-34, Kotter III: «Μή κάκιζε τήν ὕλην· οὐ γάρ ἄτιμος· οὐδέν γάρ ἄτιμον, ὅ παρά Θεοῦ γεγένηται· τῶν Μανιχαίων τοῦτο τό φρόνημα». Η αρνητική εικόνα που υπάρχει για το ανθρώπινο σώμα στη χριστιανική σκέψη και παράδοση είναι ολοκληρωτικά εσφαλμένη και έξω από την πατερική παράδοση. Το σώμα δεν είναι κακό. Το σώμα είναι ηθικά ουδετεροποιημένο. Δεν ευθύνεται για τη διάπραξη της αμαρτίας, δεν είναι η πηγή του κακού. Το σώμα καθαυτό είναι άλογο και άψυχο. Δεν έχει δική του λογική. Η κίνηση τού σώματος είναι ανάλογη της κίνησης της ψυχής. Το ανθρώπινο σώμα εικονίζει την ψυχή, είναι το όργανό της. Ο Δαμασκηνός —και πάλι— θα πει χαρακτηριστικά, Κατά Μανιχαίων, §29.30-31, Kotter IV: «Τό σῶμα νεκρόν κείμενον οὐχ ἁμαρτάνει. Οὐκοῦν οὐκ ἐκ τοῦ σώματος ἡ κακία, ἀλλ’ ἐκ τῆς ψυχῆς». Δεν πρέπει να ξεχνούμε, δε, ότι στην κατάφαση της σωματικότητας συνάδουν και οι ευχές των πιστών (Πληρωτικά Θείας Λειτουργίας, «Ἄγγελον εἰρήνης… φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα»).
Οφείλουμε, θεωρώ, να ξανασκεφτούμε, να σκεφτούμε διαφορετικά, τη συνθήκη της σωματικότητας. Στον σύγχρονο διάλογο για το ανθρώπινο σώμα στον οποίο συμμετέχουν μία σειρά από κοινωνικές επιστήμες, η ορθόδοξη θεολογία έχει να προσφέρει πολλά περισσότερα απ’ όσα θεωρείται ότι έχει να προσφέρει.





Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.