Τελευταίες Ειδήσεις

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΝ π. ΤΥΜΠΑ ΓΙΑ ΟΣΑ ΜΟΥ ΚΑΤΑΜΑΡΤΥΡΕΙ ΣΕ ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΜΟΥ «ΝΑΙ, ΕΡΩΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΟΛΑ!».

(4ο μέρος/5)

 Θεολογικές Σχολές.

Στο κείμενό σας αναφέρεστε «…σε επηρεασμένες από τον Καθολικισμό και Προτεσταντισμό Θεολογικές μας σχολές». Φαντάζομαι ότι δεν θα χαρακτηρίζατε ως Προτεσταντίζοντες εξαίρετους καθηγητές που έχουν αφήσει πίσω τους μεγάλη παρακαταθήκη ορθόδοξης θεολογίας (και δίδαξαν στις παραπάνω Θεολογικές σχολές) όπως ο Νίκος Ματσούκας, ο Γεώργιος Μαντζαρίδης ή ο Δημήτριος Τσελεγγίδης, και οι οποίοι έκαναν μεταπτυχιακές σπουδές και απέκτησαν διδακτορικό σε Θεολογικές Σχολές του εξωτερικού (δηλαδή επηρεασμένες από τον Καθολικισμό και τον Προτεσταντισμό). Συγκεκριμένα ο αξιόλογος καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό του στο site της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., «έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στον Συστηματικό Κλάδο της Θεολογίας στο Α.Π.Θ. κατά τη διετία 1974-76 και στη Ρωμαιοκαθολική και Προτεσταντική Θεολογική Σχολή του Μονάχου, κατά τη διετία 1978-80»[1]. Γιατί το αναφέρω; Γιατί ο κ. καθηγητής, αν δεν κάνω λάθος, ανήκει στην ίδια «θεολογική τάση» με τη δική σας.

                Εν τέλει, τη Θεολογική του Ε.Κ.Π.Α. δεν τελειώσατε ο ίδιος, αν δεν κάνω λάθος; Αυτή τη Θεολογική, που χαρακτηρίζετε ο ίδιος ως επηρεασμένη από τον καθολικισμό και προτεσταντισμό;

Περί Έρωτος.

Όταν γράφετε «ξεκόλλα από τη λέξη έρωτας»(!!!), (θα σας απογοητεύσω, από οποιοδήποτε σχήμα… κι αν διακονήσω την Εκκλησία) προφανώς σας δημιουργεί πρόβλημα η λέξη «έρωτας». Γιατί άραγε; (Κι εδώ η ψυχολογία θα είχε να μας πει πολλά). Δυστυχώς, για εσάς, δεν δημιουργούσε πρόβλημα στους αγίους της Εκκλησίας μας και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, όπως ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Ιωάννης της Κλίμακος, ο Μάξιμος ο Ομολογητής, ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ο Γρηγόριος ο Παλαμάς κ.ά. Γι’ αυτό, από τον 5ο κιόλας αιώνα ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης, απευθυνόμενος στους χριστιανούς της εποχής του, τους έλεγε: «Ὥστε τοῦτο δή τό τοῦ ἔρωτος ὄνομα μή φοβηθῶμεν, μηδέ τίς ἡμᾶς θορυβείτω λόγος περί τούτου δεδιττόμενος» [2].
Κατ’ αρχάς, ο τίτλος της επιστολής σας «Άλλο η ερωτικότητα και άλλο η αγιότητα» είναι εξ’ ολοκλήρου παραπλανητικός. Ουδέποτε συνέδεσα την ερωτικότητα με την αγιότητα. Αλλά κι εδώ, επιχειρείτε να δημιουργήσετε εντυπώσεις. Επίσης, ομολογώ πως δεν περίμενα να μην κατανοήσετε τη φράση μου «ερωτικότητα είναι η αγάπη του κληρικού να τελεί την Θεία Λειτουργία». Εσείς, ένας κληρικός; Μα αν ο κληρικός δεν έχει ερωτικότητα ως κίνηση της ψυχής προς τον εραστό[3] Χριστό, αυτή την έντονη εκφραστική διάθεση προς το πρόσωπο του Χριστού, πώς να τελέσει βιωματικά και εμπειρικά τη Θεία Λειτουργία; Κληρικός χωρίς ερωτικότητα προς το πρόσωπο του Χριστού, καταντά ανέραστος κληρικός. Και θεολόγος χωρίς ερωτικότητα προς το πρόσωπο του Χριστού, καταντά ανέραστος θεολόγος. Φαίνεται λοιπόν, ότι και στο θέμα του έρωτα, ταυτίσατε την ερωτικότητα με τη σεξουαλικότητα και σκανδαλιστήκατε. Όμως, μην μπερδεύετε τους αναγνώστες, δημιουργώντας ξανά εντυπώσεις.
Και στο θέμα του «έρωτα» δείχνετε να αγνοείτε πασιφανώς την πατερική παράδοση. Φαίνεται ότι ταυτίζετε τον έρωτα ή την ερωτικότητα (ως ψυχική έκφραση), με τον σαρκικό έρωτα, την πορνεία ή κάτι άλλο που δεν μπορώ να φανταστώ. Πρόκειται για δύο διαφορετικά πράγματα. Είναι αυτονόητο. Όλοι οι Πατέρες διακρίνουν τα δύο είδη έρωτα. Γι’ αυτό και οι άγιοι και Πατέρες δεν φοβούνται να μιλήσουν πότε για έρωτα και πότε για αγάπη «οἱ θεολόγοι, πότε μεν ἔρωτα και ἀγάπην αὐτόν φασί…»[4] ή «τό θεῖον οἱ θεολόγοι ποτέ μεν ἔρωτα ποτέ δε ἀγάπην, ποτέ δε ἐραστόν και αγαπητόν καλοῦσι»[5]. Ακόμη, ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος γράφει στους περίφημους «Έρωτες θείων ύμνων»: «… οὐδαμοῦ τόν ἐραστήν εὑρίσκω τῆς ψυχῆς μου»[6]. Η λέξη έρωτας, λοιπόν, δεν είναι κακή και δεν είναι απαγορευτική. Γιατί; Επειδή η αλήθεια δεν βρίσκεται στις λέξεις, αλλά στα πράγματα[7]. Κι έρχεται το 14ο αι. ο Γρηγόριος ο Παλαμάς και για πρώτη φορά τολμά να χαρακτηρίσει το Άγιο Πνεύμα ως «έρωτα απόρρητο» μεταξύ Πατρός και Υιού[8].
Επιπροσθέτως, αναφέρω μία ακόμη περίπτωση, την οποία αντλώ από έναν ασκητή της ερήμου, τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Τι κάνει λοιπόν; «Τολμά» σε έναν λόγο του από την «Κλίμακα» να περιγράψει με σκηνές, κι εδώ προσέξτε το αυτό, από την κοσμική ζωή, πως νιώθει ένας εραστής για το πρόσωπο που αγαπά. Και το κάνει αυτό για να παραλληλίσει τη σχέση αυτή με τη σχέση ανθρώπου – Θεού[9]. Γράφει λοιπόν ο Ιωάννης της Κλίμακος, με ανεπαίσχυντο τρόπο και σε πείσμα όσων δαιμονοποιούν λέξεις και καταστάσεις: «Ο πραγματικός εραστής φέρνει πάντοτε στον νου του το πρόσωπο του αγαπημένου του και το εναγκαλίζεται μυστικά με ηδονή. Αυτός ποτέ, ούτε και στον ύπνο του δεν μπορεί να ησυχάσει, αλλά και εκεί βλέπει το ποθητό πρόσωπο και συνομιλεί μαζί του. Έτσι συμβαίνει στον σωματικό έρωτα. Έτσι συμβαίνει και σ’ αυτούς που αν και έχουν σώμα είναι ασώματοι (και ασκούν τον πνευματικό έρωτα)»[10].
               
(συνεχίζεται αύριο…)


Ηρακλής Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος



[1] Βλ. σχετικά http://users.auth.gr/tseleng/
[2] Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων 4, 12, PG 3, 709B.
[3] Βλ. ἐνδεικτικά Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί θείων ὀνομάτων 4, 14, PG 3, 712 C. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Σχόλια εἰς τό Περί θείων ὀνομάτων 4, 14, PG 4, 265 C – 268Α.
[4]Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Περί θείων ονομάτων, P.G. 3, 712C.
[5] Μάξιμος ο Ομολογητής, Κεφάλαια διάφορα, P.G. 90, 1383BC.
[6] Συμεών ο Νέος Θεολόγος, Έρωτες θείων ύμνων, SourcesChretiennes, 174,16, 12-13.
[7] Γρηγορίου Παλαμά, Τω πάντα καλώ καγαθώ και σοφώ νομοφύλακι Συμεών, Γρηγορίου του Παλαμά Συγγράμματα, τόμος Β΄, επιμέλεια-εισαγωγή Παναγιώτης Χρήστου, κείμενο Νίκος Ματσούκας, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 395-396. [Το κείμενο είναι πολύ μεγάλο, αλλά αξίζει να το διαβάσει κανείς, για να κατανοήσει γιατί οι Πατέρες δεν φοβούνται τις λέξεις].
[8] Βλ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, ἠθικά τε καί πρακτικά 150, 36, PG 150, 1144 D – 1145 Α. Π. Κ. Χρήστου (=Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα, ἐκδ. Π. Κ. Χρήστου, τόμ. 5, Θεσσαλονίκη 1992), σ. 54.
[9] Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το Άσμα Ασμάτων (βιβλίο της Π.Δ.), όπου η σχέση Θεού – Ισραήλ και Χριστού – Εκκλησίας, παρομοιάζεται με τη σχέση ανδρός – γυναικός. Το κείμενο έχει αλληγορική σημασία, και σε όλη του την έκταση γίνεται χρήση λέξεων και παραστάσεων από τις ερωτικές (όχι ανήθικες) ανθρώπινες σχέσεις.
[10] Ιωάννη Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Λ’, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1994, σ.410.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.